Κάτι τελευταίο για τον Αλφόνσο, του Κώστα Σωτηρίου
Ο θάνατος είναι ένα μυστήριο, το οποίο κάποτε θα λύσουμε όλοι. Το θέμα είναι κατά πόσον θα είμαστε έτοιμοι όταν έλθει η ώρα της μεγάλης συνάντησης. Ο Αλφόνσο Φορντ ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει τη σκληρή δοκιμασία και όταν πριν από δύο χρόνια "απειλούσε" ότι θα αποσυρθεί από το μπάσκετ, μάλλον είχε διαισθανθεί το τέλος του. Εμείς θα τον θυμόμαστε για πάντα...
Πριν από δέκα ημέρες βρήκα το κουράγιο να τηλεφωνήσω στο σπίτι του. Το σήκωσε μια κυρία -προφανώς κάποια συγγενής, γιατί η γυναίκα του ξημεροβραδιαζόταν στο νοσοκομείο- και με τρεμάμενη φωνή, μου απάντησε ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά. Εκείνη τη στιγμή μούδιασα.
Είχα κακή εμπειρία του τι εστί λευχαιμία και πόσο αμείλικτη μπορεί να γίνει. Η φίλη μου η Κωνσταντίνα ήταν 20 ετών, μόλις είχαμε τελειώσει το σχολείο. Τότε, είπα μέσα μου... πάει ο Αλ. Μια ρουφιάνα ασθένεια σκότωσε το θηρίο. Ετσι απλά, χωρίς εξηγήσεις.
Είναι κρίμα, ρε φίλε, να φύγεις έτσι από κοντά μας, χωρίς να προλάβουμε να σε αποχαιρετίσουμε. Το πληκτρολόγιό μου έχει γεμίσει κλάμα, γιατί κλάψαμε πολύ και εγώ και ο Παπαμακάριος και ο Κρητικός και άλλα παιδιά. Ακόμη και οι αντίπαλοί σου, που κουνούσες σαν μαριονέτες στο παρκέ, έκλαψαν για σένα. Αυτοί που κάποτε είχαν τολμήσει να ισχυριστούν ότι έπαιζες ντοπέ, με φάρμακα που χρησιμοποιούσες επιβεβλημένα.
Πού να ήξεραν ότι πριν από επτά χρόνια, σε ηλικία 26 ετών, κόντεψες να χάσεις τη μάχη. Πού να ήξεραν ότι το πρόβλημα με το αίμα σου ήταν πολύ πιο σοβαρό από μια σαρανταριά πόντους ή ένα ξερό αποτέλεσμα; Μία νίκη ή μια ήττα. Τώρα το έμαθαν και ζητούν συγχώρεση από τον Θεό. Το έμαθαν και το μάθαμε όλοι. Το πρόβλημα ήταν σοβαρό, όσο απίστευτο και αν ακούγεται.
Εσύ ήξερες όμως, είχες διαισθανθεί το τέλος και ορισμένα πράγματα που έχεις εκστομίσει κατά καιρούς αποδείχθηκαν προφητικά, διάβολε. Ηξερες τι σου επεφύλασσε η μοίρα και απλώς περίμενες πότε θα σε προσκαλέσει ο Θάνατος να περάσετε παρέα το ποτάμι.
"Δεν θα ξαναπαίξω μπάσκετ. Πάει, τελείωσα, αυτό ήταν. Αποσύρομαι!", μου είχες εξομολογηθεί τον χειμώνα του 2002, πριν από έναν αγώνα του Παναθηναϊκού με τη Σιένα στο λόμπι του "Holiday Inn". "Αποκλείεται", αποκρίθηκα, αλλά επέμενες υποστηρίζοντας ότι στο τέλος της σεζόν, θα κρεμούσες τα αθλητικά σου παπούτσια και θα αφοσιωνόσουν στο ψάρεμα στον Μισισιπή, στην πατρίδα σου. Μακριά από το άγχος των αγώνων, μακριά από την πίεση, η οποία κατέβαλε όλους τους άλλους, αλλά εσένα ποτέ. Ηθελες όντως να απέχεις από όλα, "to stay away from shit", όπως είχες πει τότε, αλλά μόνος σου κατέρριψες τη δική σου διαίσθηση.
Η τρέλα σου για το μπάσκετ ήταν ανεξέλεγκτη και έπειτα από λίγους μήνες υπέγραψες στην Σκαβολίνι, μολονότι και τότε ήθελες πολύ να παίξεις στον Παναθηναϊκό, ήθελες να παίξεις για τον Ομπράντοβιτς, μου είχες πει στο τηλέφωνο. Αυτό είναι μια αλήθεια, που ποτέ δεν έχει βγει προς τα έξω. Και με τα μισά λεφτά θα ερχόσουν πίσω στην Αθήνα και ξέρω τι σήμαινε για σένα το χρήμα.
ΤΙΠΟΤΑ! Με κεφαλαία γράμματα. Όπως το ακούτε! ΤΙΠΟΤΑ! Από την Σιένα πήρε 1,2 εκατ. ευρώ, από την Σκαβολίνι περίπου τα ίδια, ίσως λιγότερα. "Ε και; Σε πληροφορώ ότι στον Μισισιπή δεν ξέρω τι να τα κάνω όλα αυτά τα λεφτά. Το ακριβότερο σπίτι έχει 200 χιλιάδες δολάρια και δεν συζητάμε για ένα απλό σπίτι, αλλά για έπαυλη. Οσο για το αυτοκίνητο; Προτίμησα μια Escalade και όχι την Mercedes 600 που ονειρευόμουν. Γιατί αν κυκλοφορούσα στο δρόμο με τέτοιο αμάξι, θα με περνούσαν ή για νταβατζή ή για μαφιόζο. Σου φαίνομαι εγώ για άνθρωπος της νύχτας; Εδώ που βρίσκομαι, αυτά τα χρήματα δεν χαλιούνται" μου είχε εκμυστηρευτεί και με έκανε να προβληματιστώ.
Αλλά η ζωή είναι άδικη. Χάθηκε το καλύτερο παιδί. Οι πόντοι, τα στατιστικά και τα ατομικά ρεκόρ δεν είναι αρκετά, ώστε να απαριθμήσουν τα χαρίσματα του χαρακτήρα του. Δεν αρκούν για να τον περιγράψουν ως άνθρωπο. Γιατί εδώ που τα λέμε, λίγοι γνώριζαν τον Αλ. Σε ελάχιστους ξανοιγόταν. Δεν έβαζε όποιον και όποιον μέσα στο σπίτι του. Δεν είναι τυχαίο ότι αρκετοί συμπαίκτες του εκθείασαν τον άνθρωπο και όχι τον αθλητή Φορντ. Τα επιτεύγματα και οι αρμονικές κινήσεις μέσα στο παρκέ δεν κρύβονταν. Ο ψυχισμός του, όμως, χρειαζόταν αποκρυπτογράφηση, η οποία για να γίνει σε ικανοποιητικό επίπεδο χρειάσθηκε να περάσουν κάμποσα χρόνια.
Η μεγάλη αγάπη του ήταν το Περιστέρι και οι φίλοι του το έχουν βιώσει αυτό. Και στις άλλες ομάδες αγάπησε και αγαπήθηκε μοναδικά, έκανε φιλίες και διατήρησε επαφές, αλλά στο Περιστέρι θα έπαιζε και τσάμπα. Στον Παπάγου και στον Σπόρτιγκ έγινε απλά γνωστός τιμώντας μέχρι και το τελευταίο σεντς του συμβολαίου του. Στον Ολυμπιακό πραγματικά ονειρευόταν να αγωνισθεί, αλλά έφυγε πικραμένος εξαιτίας της γνωστής ιστορίας με τον Σούμποτιτς. Στην Ιταλία πέρασε δύο ήσυχα χρόνια και λατρεύτηκε στη Σιένα και στο Πέζαρο.
Από εκεί ψηλά, όμως, που βρίσκεται θα θυμάται πιο πολύ το Περιστέρι. Τον Παπαμακάριο, τον Πελεκάνο, τον Τσαρτσαρή και τον Κρητικό -αυτοί ήταν οι αγαπημένοι του, παρεμπιπτόντως ουδείς εκ των προαναφερθέντων αγωνίζεται πια στο Περιστέρι- τον Πεδουλάκη, τον δεύτερο πατέρα του όπως τον αποκαλούσε, τον Δημήτρη τον φροντιστή. Αυτή ήταν η ομάδα του. Ευρωλίγκα έπαιξε γιατί το άξιζε, όχι γιατί απαραίτητα το γούσταρε κιόλας.
Είπαμε, το 1,2 της Μοντεπάσκι δεν του έλεγε τίποτα. Απλά, έπρεπε να τον δουν και να τον θαυμάσουν και άλλοι φίλαθλοι, όχι μόνο οι Ελληνες. Και να τον θυμούνται ως έναν από τους πιο χαρισματικούς σκόρερ, ο οποίος αν ήθελε να σου βάλει καλάθι, θα στο έβαζε, χωρίς ποτέ να εκνευριστεί και πάντα με το χαμόγελο του δολοφόνου. Μόνο με τον Ράτζα είχε εκραγεί κάποτε, επειδή ο Κροάτης είχε χτυπήσει τον Πελεκάνο σε ένα ματς Ολυμπιακός – Περιστέρι και ο Πελεκάνος υπήρξε το πουλέν του. Πολύ δύσκολα άφηνε κάτι ή κάποιον να τον βγάλει εκτός εαυτού. Η να τον ρίξει νοκ άουτ, τουλάχιστον χωρίς να πολεμήσει.
Μόνο ένας τα κατάφερε. Ο Θάνατος δεν κάνει εξαιρέσεις. Τιμωρεί λάθος ανθρώπους, αυτούς που δεν φταίνε σε τίποτα. Αυτούς, που δεν έχουν προκαλέσει ποτέ, αντιθέτως παλεύουν ώστε η οικογένειά τους να διάγει καλό και έντιμο βίο. Δουλεύοντας σκληρά και χωρίς να πατούν επί πτωμάτων για να αναρριχηθούν. Εχοντας πάντα τον καλό λόγο στο στόμα τους. Και μονίμως μια ευχάριστη έκφραση στο πρόσωπό τους.
Στα 33 φίλε έφυγες από κοντά μας. Το είπες και το ΄κανες. Αποσύρθηκες από τα παρκέ, αλλά δεν θα αποσυρθείς ποτέ από την καρδιά μας. Θα είσαι ο ένας και ο μοναδικός Αλ. Ο φίλος, "ο πρωταθλητής", όπως σου απένειμαν τον τίτλο οι Ιταλοί και ας μην ευτύχησες ποτέ να κατακτήσεις ένα πρωτάθλημα. Οι τίτλοι που κέρδισες, όμως, από όλους εμάς, φτάνουν και περισσεύουν. Καλό ταξίδι, λοιπόν και καλή αντάμωση φίλε. "Later", όπως έλεγες πάντα. Ναι, θα τα πούμε αργότερα... Να είσαι καλά φίλε και να προσέχεις όπου και αν βρίσκεσαι.
Σε ευχαριστούμε για όλα…
Ο Κώστας Σωτηρίου είναι αθλητικός συντάκτης και υπήρξε στενός φίλος του Αλφόνσο Φορντ.