Ο... ταλαντούχος κύριος ΧέρμπερτΕνα ελαφρύ... μούδιασμα, μια σχετική παγωμάρα ακολούθησε την ανακοίνωση της πρόσληψης του Γκόρντον Χέρμπερτ στον Αρη. Κακά τα ψέματα: ο κόσμος δεν τρελάθηκε κιόλας με την προοπτική συνεργασίας με αυτόν τον ψηλόλιγνο τύπο που κάποιοι γνώριζαν από τις περσινές αναμετρήσεις του Αρη με την Ορτέζ.
Οπως δεν είχαν τρελαθεί και με τον Ματσόν. Κοινή επωδός όλων; «Μα, δεν είναι το μεγάλο όνομα». Θα κριθεί κι αυτός στο τέλος της χρονιάς. Για την ώρα παλεύει, αποφεύγει τα μεγάλα λόγια και δηλώνει απλά αποφασισμένος να βοηθήσει τον Αρη να κάνει ένα βήμα παραπάνω σε σχέση με πέρσι.
Τι άνθρωπος είναι ο Χέρμπερτ;«Λένε ότι είμαι ήσυχος και ντροπαλός, κάπως απλησίαστος. Η αλήθεια είναι πως δεν έχω πολλούς φίλους, έχω όμως λίγους ανθρώπους που αγαπάω και εμπιστεύομαι στη ζωή μου. Πιστεύω πολύ στην εμπιστοσύνη και το σεβασμό. Είμαι ευθύς. Αν δεν συμπαθήσω κάποιον θα του το δείξω. Μου αρέσει η ελληνική κουλτούρα, προσπαθώ να τη συνηθίσω. Ο κόσμος εδώ είναι ζεστός και φιλικός. Σε χαιρετούν στο δρόμο, προσφέρονται να σε βοηθήσουν αν τους το ζητήσεις. Το είχα διαπιστώσει και παλαιότερα, όταν είχα έρθει για διακοπές στη Ρόδο και την Κω. Μου αρέσει η Ελλάδα».
Συμπαίκτης του Γουίλτζερ«Ηξερα αρκετά πράγματα για τον Αρη πριν έρθω. Είναι ομάδα με μεγάλη μπασκετική παράδοση. Για μένα σκέφτηκα πως θα ήταν μεγάλη ευκαιρία για την καριέρα μου. Υπήρξα συμπαίκτης με τον Γκρεγκ Γουίλτζερ. Παίξαμε στην εθνική ομάδα του Καναδά μαζί. Εχω όμως χρόνια να του μιλήσω. Αυτό που μου αρέσει στην ομάδα είναι ότι τα τελευταία χρόνια προχωράει βήμα βήμα. Εχει μια διοίκηση με όραμα και στόχους».
«Στο 65%-70% ο Αρης»«Πέρσι η ομάδα πήγε πολύ καλά, φέτος θέλουμε να κάνουμε ένα βήμα παραπάνω. Δεν έχει νόημα να μείνουμε στα ίδια. Στόχος είναι να προχωρήσουμε στην Ευρωλίγκα, να διεκδικήσουμε το Κύπελλο Ελλάδας και να πάμε στους τελικούς του πρωταθλήματος. Η ομάδα σήμερα είναι στο 65-70% των δυνατοτήτων της. Μη βιάζεστε να κρίνετε. Μπορούμε να παίξουμε και καλύτερα. Ακούω πολλά καλά για τον Τέρι, τον πιστεύω και εγώ, γι αυτό και τον πήραμε. Είναι νωρίς, έπαιξε μόλις δύο παιχνίδια. Ακούω επίσης κάποια αρνητικά για τον Καστλ, ας μην ξεχνάμε όμως ότι ταλαιπωρήθηκε πολύ το καλοκαίρι με παιχνίδια της εθνικής Βοσνίας. Και ο Μότολα είχε έναν τραυματισμό και δεν είναι στο 100%».
Το μοντέλο του Αρη«Ο Αρης δεν χρειάζεται να αντιγράψει κανένα μοντέλο. Εχει το δικό του. Μπορεί να μην έχει πολλά λεφτά να ξοδέψει, όμως κάνει έξυπνες κινήσεις που τον κάνουν ανταγωνιστικό. Επίσης διαθέτει ένα καλό κοινό που τον ακολουθεί. Μου κάνει εντύπωση το δέσιμο που υπάρχει μεταξύ ομάδας και φιλάθλων. Στο θέμα των επιλογών βοηθάει πολύ ο Γιάννης (σ.σ.: Δαμιανίδης). Ο Αρης είναι τυχερός που έχει έναν άνθρωπο σαν αυτόν. Ασχολείται όλο το 24ωρο με την ομάδα, ξέρει την αγορά του μπάσκετ, δίνει λύσεις».
Παραλίγο... δικηγόρος Ο Χέρμπερτ είναι παντρεμένος με τη Σαρί, την οποία γνώρισε το 1996, και πατέρας τριών παιδιών. Της 27χρονης Λίντσι και δύο αγοριών, του Ντάνιελ (18 ετών) και του Μίκαελ (14).
Στη Θεσσαλονίκη ζει μόνος. Η οικογένειά του μένει στη Φινλανδία. Η εμπειρία που είχε η σύζυγός του από τη μετακόμιση στη Γαλλία κατά το παρελθόν δεν ήταν καλή και αποφάσισε να μην το επιχειρήσει και στην Ελλάδα.
Η μητέρα του Χέρμπερτ έπαιζε μπάσκετ και από εκεί κόλλησε το μικρόβιο.
Αν δεν ερχόταν η πρόταση από τη Φινλανδία για να παίξει μπάσκετ, θα σπούδαζε δικηγόρος.
Εχει μάστερ στην αθλητική ψυχολογία.
Στον ελεύθερο χρόνο του του αρέσει να παίζει γκολφ.
Είναι καλός φίλος με τον Ντάνι Νέλσον των Ντάλας Μάβερικς, ο οποίος μεσολάβησε για την απόκτηση του Ρέισον Τέρι.
Δεν θεωρεί τον εαυτό του βαθιά θρησκευόμενο άτομο.
Πιστεύει πολύ στο θεσμό της οικογένειας.
Δεν τον απασχολεί πολύ η πολιτική, τονίζει όμως ότι με την ευρύτερη έννοια του όρου ένας προπονητής είναι αναγκασμένος κάποιες φορές να κάνει πολιτική.
Δεν έχει πρόβλημα με την κριτική, τη θεωρεί μέρος του... παιχνιδιού.
Who is WhoΓεννήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου του 1959 στο Πέντικτον του Καναδά.
Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο του Αϊντάχο το 1982.
Αγωνίστηκε ως παίκτης στη Φινλανδία σε διάφορες ομάδες από το 1982 ως το 1991.
Ηταν μέλος της εθνικής ομάδας του Καναδά και συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Αντζελες το 1984, αλλά και στο Παγκόσμιο της Ισπανίας το 1986.
Η προπονητική του καριέρα ξεκίνησε και πάλι από τη Φινλανδία.
Με την ομάδα της Φρανκφούρτης (2001-04) κατέκτησε το πρωτάθλημα Γερμανίας.
Διατέλεσε βοηθός προπονητή της εθνικής Καναδά, της Παρί, της Ορτέζ και της εθνικής Γεωργίας.