QUOTE(basketikos2813 @ Jun 14 2014, 07:46 )

Ο Ομπράντοβιτς έστειλε τον Μπιέλιτσα στα αποδυτήρια. Ξέσπασμα Ομπράντοβιτς κατά των διαιτητών. Ο Ομπράντοβιτς κινήθηκε απειλητικά εναντίον του Αρτεάγκα. Νέα αποβολή Ομπράντοβιτς. Δείτε τον Ομπράντοβιτς εκτός εαυτού. Σαν πολλές φορές δεν ακούστηκαν φέτος όλα αυτά;
Αναλύθηκε εκτενέστατα η επόμενη μέρα του Παναθηναϊκού μετά τον Ομπράντοβιτς· δε θυμάμαι να γράφτηκε τίποτα για την επόμενη μέρα του Ομπράντοβιτς μετά τον Παναθηναϊκό. Μία ακόμα πτυχή της εσωστρέφειάς μας, φαντάζομαι, αναλωθήκαμε σε επιφανειακές αναφορές σχετικά με το που θα συνέχιζε την καριέρα του δίχως να μας απασχολεί το σημείο που η καριέρα αυτή βρισκόταν. Δεν βλέπω πολλούς λόγους που τον επόμενο βήμα του Ζοτς δεν ήταν το ίδιο μετέωρο με το επόμενο βήμα του Παναθηναϊκού.
Έχει γίνει σχεδόν προέκταση των τόσων χαρακτηρισμών που τον ακολουθούν ένας ακόμα: «κι ο Ομπράντοβιτς διαμαρτύρεται έτοιμος να πάρει το γνωστό μελιντζανί του χρώμα». Τα ξεσπάσματα του Ομπράντοβιτς κατά τη διάρκεια του αγώνα, ειδικά στο πρώτο μισό της θητείας του στον Παναθηναϊκό, ήταν φαινόμενο συχνότατο. Συνήθως συνίστατο στις έντονες παρατηρήσεις του, με τις ανάλογες νευρικές κινήσεις των χεριών του, προς έναν παίκτη που παρέβη μια εντολή του. Τα πάντα θα γινόταν με το δικό του τρόπο· ή δε θα γινόταν καθόλου. Ή, καθόλου σπανιότερα, αποδέκτης της έκρηξης του ήταν κάποιος διαιτητής. Μια απόφαση που αδίκησε την ομάδα του ήταν αρκετή· ή για μια μελλοντική απόφαση που δε θα την αδικήσει –κατά προσφιλή, πλέον, τακτική των προπονητών.
Στη δεύτερη περίπτωση, κοινός τόπος ήταν οι τεχνικές ποινές που λάμβανε –κι όταν, σαν τηλεθεατής ακόμα, κάποιος έβλεπε τον Ομπράντοβιτς να ξεκινά ένα ταχύ βήμα, βγάζοντας τα χέρια από τις τσέπες και καρφώνοντας το βλέμμα του στο πρόσωπο που θα απευθυνόταν, ήταν λίγο-πολύ βέβαιος ότι εκεί θα κατέληγε. Δεν ήταν λίγες φορές που αυτή η τακτική –ή, κατά περίσταση, ο ελλιπής αυτοέλεγχος του αυθορμητισμού του- στοίχισε στην ομάδα. Με τα χρόνια, όσο οι επιτυχίες του αυξάνονταν, όλοι το απέδιδαν σε τακτική, mind games μάθαμε να τα λέμε. Στόχευε να ξυπνήσει τους παίκτες του , να αλλάξει το momentum, να βάλει περισσότερο την κερκίδα στον αγώνα, να φοβίσει τους διαιτητές. Κι ο ίδιος, όμως, με την πάροδο του χρόνου έμαθε να ελέγχει καλύτερα τον εαυτό του και οι –σε κοινή θέα- εκρήξεις του γινόταν όλο και σπανιότερες.
(Εδω κρύβεται κι ένα παράδοξο: η περίφημη ατάκα για το μελιτζανί χρώμα διαδόθηκε και καθιερώθηκε κατά τις τελευταίες περιόδους του στην ομάδα –όταν, δηλαδή, το χρώμα αυτό το έπαιρνε όλο και σπανιότερα, μέχρι που τελικά το έπαιρνε σπάνια. Έχω την εντύπωση πως αυτό οφείλεται στο ότι η πατρότητα του χαρακτηρισμού ανήκει στο Βασίλη Σκουντή. Αρχές και μέσα προηγούμενης δεκαετίας (αν όχι, ας με διορθώσει κάποιος) τα τηλεοπτικά δικαιώματα του Παναθηναϊκού ήταν αποκλειστικά στη ΝΟΒΑ. Έτσι, ο Σκουντής σπάνια μετέδιδε αγώνες του Παναθηναϊκού –όταν, αργότερα, μπήκε η ΕΡΤ στο παιχνίδι η επανάληψη της φράσης από τη γλαφυρή φωνή του Σκουντή έμεινε στα αυτιά όλων –και, λίγο πολύ, όλοι τη χρησιμοποίησαν- μόνο που η φράση, από εκείνη την περίοδιο κι έπειτα, διαδόθηκε δυσανάλογα με την αναγκαιότητα χρήσης της. Κι έτσι, έγινε κλισέ.)
Υπάρχει μια μεγάλη νοητή γραμμή, λοιπόν, που χωρίζει τα υπολογισμένα mind-games από τις αυθόρμητες –στιγμές απουσίας αυτοελέγχου- αντιδράσεις. Κι αν μάθαμε να καταχωρούμε αυτές του Ζοτς αποκλειστικά στην πρώτη κατηγορία, δεν μπορώ να κάνω το ίδιο βλέποντας τα διαδοχικά του ξεσπάσματα στην Τουρκία –τέσσερα ή πέντε, μετά το τελευταίο, μέσα σε ελάχιστους μήνες. Κι είναι περισσότερο το πλήθος τους, η συχνότητα κι η επανάληψη που παρακινεί τον καθένα να πιστέψει πως ο Ομπράντοβιτς πιέζεται –πρώτα απ’ όλα από τον ίδιο του τον εαυτό· κι αυτή είναι μάλλον η μεγαλύτερη πίεση που ο συγκεκριμένος άνθρωπος μπορεί να δεχτεί.
Νομίζω πως, πέρα από την ηλικιακή του ωρίμανση, ήταν η ομάδα που με τα χρόνια έφτιαξε στον Παναθηναϊκό λόγος που μειώθηκαν τα ξεσπάσματά του. Όλο και συχνότερα για όλο και μεγαλύτερα αγωνιστικά διαστήματα τα πάντα εκτελούνταν σύμφωνα με τον τρόπο που ήθελε αυτός --ακόμα κι αν κάτι πήγαινε στραβά ο ίδιος ο Ζοτς ήξερε, ή πίστευε, πως αυτό οφείλεται στην κακή μέρα ενός παίκτη του, όχι κάτι που ο ίδιος μπορεί να αλλάξει· όπως και να’ χει, όχι κάτι ικανό να προκαλέσει ένα από τα γνωστά του ξεσπάσματα. Ένας από τους λόγους που ο Παναθηναϊκό έβγαζε τέτοια σιγουριά στο παιχνίδι του, ειδικά όταν έκλειναν οι αγώνες, ήταν η σιγουριά του ίδιου του προπονητή του –όχι μόνο, όπως συνήθως λέγεται, στο αγωνιστικό του πλάνο, αλλά, κυρίως, ότι με τη δουλειά που έχει γίνει αυτό θα εκτελεστεί κατά γράμμα, σιγουριά, στη μέση μοιρασμένη, στον εαυτό του και τους παίκτες του.
Αυτό βέβαια, το’ ξέραν όλοι, δε θα μπορούσε να το έχει στην Τουρκία –τουλάχιστον όχι από την πρώτη χρονιά. Είναι αυτή η απουσία ο λόγος της φετινής συμπεριφοράς του; Ένα ερώτημα-σπόρος αμφιβολίας σχετικά με το αν έκανε όσα έπρεπε, αν δούλεψε σωστά κι αν δούλεψε αρκετά ικανό, όταν ο αγώνας τείνει προς αρνητική γι’ αυτόν κατάληξη, να προκαλεί την έκρηξή του; Ενίοτε, πολύ πέρα απ’ όσα έδειξε στην Ελλάδα με το νεανικό παρορμητισμό του –δεν τον θυμάμαι ποτέ να απευθύνεται, σχεδόν να επιτίθεται, σε διαιτητή, όπως έκανε με τον Αρτεάγκα, ή να πηγαίνει παίκτη του καροτσάκι μέχρι τα αποδυτήρια, όπως έκανε με τον Μπιέλιτσα.
Κι είναι γνώμη μου πως ο ένας χρόνος που πέρασε εκτός αγωνιστικής δράσης περισσότερο κακό του έκανε παρά καλό. Μετά την κατάσταση της ελάχιστης πίεσης των τελευταίων ετών, όπως αυτή ορίζεται από τις ιδανικές (όχι, αλλά αρκετά κοντά) συνθήκες που επικρατούσαν στην ομάδα, πέρασε μία χρονιά εκτός αγωνιστικών χώρων. Επέκτεινε, δηλαδή, τη γραμμική πορεία του που τον ήθελε, πνευματικά και συναισθηματικά, να ανησυχεί/πιέζεται όλο και λιγότερο –δε θεωρώ την τελευταία, ίσως και προηγούμενη, χρονιά διοικητικής αστάθειας παράγοντα ικανό να ανατρέψει ένα αίσθημα καθαρά αγωνιστικό που είχε βάσεις σε πορεία 13 χρόνων. Κι ήταν λάθος γιατί, όσο τεράστια εμπειρία κι αν έχει, δεν έκανε ένα διάλειμμα μετά το οποίο θα συνέχιζε να κάνει το ίδιο που έκανε και πριν απ΄αυτό, αλλά μια νέα αρχή –λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις που έχει κάνει κατά καιρούς για τον Παναθηναϊκού, μια από τις δυσκολότερες στη ζωή του.
Και τώρα; Στην Ευρώπη απέτυχε, στο πρωτάθλημα βρίσκεται στο 2-2 και πηγαίνει στο 5ο παιχνίδι τιμωρημένος, δίχως το δικαίωμα να καθίσει στον πάγκο της ομάδας του. Η χρονιά τελειώνει, σχεδόν τέλειωσε, και νομίζω περισσότερο μεταβατική για τον ίδιο ήταν παρά για τη Φενέρ. Ο Παναθηναϊκός, μετά τη φυγή του, μετράει δύο ντάμπλ και δύο αποκλεισμούς –στις λεπτομέρειες, αν κι εμφανώς κατώτερος του αντιπάλου σε αμφότερες τις περιπτώσεις- από το Final 4. Και μερικά μεγάλα βήματα που τον βγάζουν, σε κάποιο βαθμό, από τη σκιά του πρώην προπονητή του –πόσο μεγάλα είναι τα αντίστοιχα βήματα που’ χει κάνει ο Ζοτς;
Παναθηναικος και Ομπραντοβιτς ηταν ενα μιγμα,ομοιο του οποιου πολυ δυσκολα θα ξαναυπαρξει.Ο ενας βοηθησε στην γιγαντωση του μυθου του αλλου.Ουτε ο παναθηναικος χωρις τον ομπραντοβιτς θα εφτανε σε τοσες επιτυχιες,ουτε ο Ομπραντοβιτς θα γινοταν ο απολυτος επιτυχημενος χωρις τον Παναθηναικο.Για να συντελεστει αυτο το αποτελεσμα επαιξαν ρολο παραγοντες(εμπιστισυνη διοικησης,ταλεντο γηγενων παικτων,οικονομικη συγκυρια) οι οποιοι δυσκολα θα ξαναυπαρξουν πλεον ακομη και αν επιστρεψει ο Ομπραντοβιτς στον Παναθηναικο
Η ιστορια Παναθηναικου Ομπραντοβιτς ειναι μοναδικη στα ευρωπαικα δρωμενα και θα μνημονευεται στην ιστορια σαν μια απο τις χρυσες εποχες του ελληνικου μπασκετ.Μπορω να την συγκρινω μονο με την σχεση Αουερμπαχ σελτικς η Φεργκιουσον Μαντσεστερ Γιουναιτεντ